19.5.19

Περιμένοντας τον Γκοντό

Την Έλενα Μαυρίδου την είχα δει πρώτη φορά ως ηθοποιό στο θεατρικό του Σάκη Σερέφα το «Λιωμένο Βούτυρο»...


Πολλά χρόνια μετά, δίχως να το έχω συνειδητοποιήσει, την συναντώ στα Αναστενάρια και η νεραϊδένια μορφή της γράφεται μέσα μου ~ πώς να την ξεχάσω άλλωστε, έχει το πόδι της σε νάρθηκα και κρατάει το μωράκι της αγκαλιά, ωστόσο είναι στο κονάκι και χορεύει με τους υπόλοιπους αναστενάρηδες και λίγο αργότερα βγάζει το νάρθηκα και πατάει στα κάρβουνα. Στη λύρα ο αδερφός της, ο Γιώργος Μαυρίδης, ένα αγόρι πολυτάλαντο, με μουσικές σπουδές, από τη μια συνθέτει ηλεκτρονική μουσική, από την άλλη κατασκευάζει παραδοσιακά μουσικά όργανα. Ήταν ζήτημα χρόνου λοιπόν να τους απολαύσω μαζί, σε ένα έργο που χρόνια ήθελα να δω, και δεν ήταν καθόλου τυχαίο που το είδα τελικά μέσα από την σκηνοθετική ματιά της Έλενας, με μουσική σύνθεση του Γιώργου, κι αυτήν την απίστευτα δυνατή ομάδα ηθοποιών και συνεργατών.




"Περιμένοντας τον Γκοντό" λοιπόν, του Σάμουελ Μπέκετ, ένα όνομα που από μικρή μου προκαλούσε δέος καθώς το είχα συνδέσει με τα πολύ βαθιά νερά της σκέψης μου και τόλμησα ελάχιστες φορές να το πλησιάσω.


Ομολογώ ότι έκατσα στο κάθισμα κουρασμένη, από το μάθημα της ημέρας και το ταξίδι, μια πλευρά μου ήθελε να είναι σπίτι αραχτή στον καναπέ τρώγοντας παγωτό και χαζολογώντας στο youtube, αλλά ήξερα ότι δεν θα έχω ίσως ξανά την ευκαιρία να δω αυτό το έργο και άφησα την κούραση στην άκρη. Βυθίστηκα λοιπόν στο κάθισμα και προσπαθούσα να "μπω στο έργο", ενώ είχα ακόμα τις φωνές των παιδιών στ' αυτιά μου, τα διαπασών λαϊκά της οδηγού στο λεωφορείο, κι ένα κάρο σκέψεις δικές μου... μέχρι που συνέβη το εξής μαγικό...


οι ήχοι που έβγαιναν από την κονσόλα, σε συνδυασμό με το ημίφως και τους καπνούς, με έβαλαν ξαφνικά σε έναν άλλο "τόπο", έναν μη-τόπο που κάπου βαθιά μέσα μου με τρόμαζε, μια αίσθηση σχεδόν αποπνικτική, γιατί έμοιαζε να ανοίγει πολύ ξεχασμένα συρταράκια του μυαλού μου, από την άλλη μου δημιουργούσε μια περίεργη υπνηλία σαν να βυθίζομαι στην πραγματικότητα κάποιου ψυχεδελικού, από την μια ήθελα να κλάψω από την άλλη γελούσα, κι όσο έβλεπα γύρω μου το κοινό κουμπωμένο κι ανέκφραστο, τόσο έμπαινα πιο βαθιά στο έργο. Κάποια στιγμή οι ηθοποιοί κατεβαίνουν από την σκηνή, το "ψοφίμι" φεύγει χτυπώντας πίσω του την πόρτα και οι άλλοι δυο μπλέκονται με το κοινό, μιλάνε μεταξύ τους, σε κάνουν να θες να τους απαντήσεις, αυθόρμητα μονολογώ συμμετέχοντας στις ερωτήσεις τους. Οι ερμηνείες συγκλονιστικές, ειδικά ο απνευστί μονόλογος της Δήμητρας Κούζα (που επίσης πρωτοείδα στο "Λιωμένο Βούτυρο") ήταν ανατριχιαστικός, η σκηνοθεσία κορυφαία, η κινησιολογία καθηλωτική (σε φάση αναρωτήθηκα αν το slow motion είναι αληθινό ή έχω μπει σε άλλη κατάσταση και τα βλέπω όλα σαν fade out), τα κοστούμια μαγικά (από κάποιον ξεχασμένο εφιάλτη μου θαρρείς βγαλμένα), η μουσική μοναδική... με δυο λόγια ένα έργο λυτρωτικό καθώς με βρήκε στο τέλος να κλαίω και να χειροκροτάω όχι μόνο γιατί το έργο ήταν εξαιρετικό αλλά γιατί ένιωσα πως ξαναβρήκα  τον εαυτό μου... Σκουπίζω τα μάτια μου χαμογελάω και πάω προς την έξοδο. Η Έλενα μιλάει με τον κόσμο που την αγκαλιάζει και την συγχαίρει για την άρτια δουλειά της. Είναι η μαγική στιγμή που συνειδητοποιώ ποια είναι και πού βρίσκομαι, και μπαίνουν όλα τα κομμάτια του παζλ στη θέση τους μονομιάς. Την συγχαίρω κι εγώ και της εύχομαι καλό "πάτημα" στις 21 του μήνα...