Συζητούσα με έναν δάσκαλο για την Ερμιόνη που είναι ένα καλό ορμητήριο για να δεις όλες τις ομορφιές εκεί γύρω, τις Μυκήνες, την Επίδαυρο, τις Σπέτσες την Ύδρα, και με αφορμή αυτό αναφερθήκαμε σε αντίστοιχους τόπους στην Ελλάδα, τόπους ιερούς και τόπους δύναμης που αξίζει να δει κανείς, και πόσο κρίμα είναι που τα παιδιά προτιμούν να πηγαίνουν τα τελευταία χρόνια εκδρομές στην Ισπανία ή στην Ιταλία (που κι αυτά έχουν την χάρη τους εννοείται!), χωρίς όμως πριν να έχουν δει την ίδια τους την πατρίδα...
Μια μαμά που άκουγε την κουβέντα μας αναρωτήθηκε γιατί τα παιδιά δεν διδάσκονται πια στα σχολεία να αγαπούν την Ελλάδα, είναι οι δάσκαλοί τους τόσο κακοί και βαρεμένοι; Γενικά η μαμά ήταν έξω φρενών με τους τρόπους "διδασκαλίας και διαπαιδαγώγησης". Της εξήγησε ο δάσκαλος πως η διδακτική δεν είναι όπως παλιά, τότε που εμείς ήμασταν παιδιά, και υπήρχαν ακόμα δάσκαλοι οραματιστές. Σήμερα είναι καθαρά στο χέρι του δασκάλου αν θα παρεκκλίνει ή όχι από τη διδακτέα ύλη, να τους πει "παράνομα" κάτι πέρα από αυτά που πρέπει και πάντα με ρίσκο γιατί πάντα υπάρχει η πιθανότητα να βρεθεί αντιμέτωπος με διαφωνούντες γονείς που ακόμα κι αν κάνεις το καλό να σε βγάλουν σκάρτο. Της εξήγησα κι εγώ ότι ο τρόπος έχει μεγάλη σημασία γιατί μπορεί να βρεθείς υπόλογος, καθώς δεν διαθέτουν όλοι το ίδιο mentality, και η αγάπη στην πατρίδα συχνά συγχέεται με φασιστικές νοοτροπίες, συνεπώς η αγάπη αυτή όπως και η διδασκαλία της έχουν τρόπο τινά ποινικοποιηθεί. Στο πλαίσιο του γενικότερου "μπάχαλου" όπως είπε κι ο δάσκαλος, με την ίδια ευκαιρία (με τη δικαιολογία τάχα της ανεξιθρησκείας) οι θρησκείες γίνονται κάτι θολό και αόριστο, που επίσης δεν διδάσκεται σωστά, ομοίως οι πατρίδες και πάει λέγοτας.
Η μαμά φρίκαρε. "Μα πως είναι δυνατόν;;; Δηλαδή τα παιδιά μας είναι στο έλεος όλων αυτών;;;" Ξεκίνησε λοιπόν μια κουβέντα με αφορμή τους Ιερούς τόπους της Ελλάδας και η βαλίτσα πήγε μακριά... αλλά πάντα γύρω γύρω από το δικό της παιδί. Ήταν τέτοια η αγωνία της, που ο,τι και να της λέγαμε, είτε εγώ είτε ο δάσκαλος είχε ένα "αλλά" και μια ξινίλα, που σε συνδυασμό με τη νευρικότητά της, μας έβγαζε και τους δύο ελλειπείς, παρότι μας παίνευε για το πως τα βγάζουμε πέρα "με του καθενός τα παιδιά".
Παρατήρησα πως είχε μια βαθιά αντίφαση μέσα της, από τη μια χριστιανή που στεναχωριέται για τα φτωχά παιδάκια και θέλει να βοηθήσει κι από την άλλη αποπνικτική με το δικό της παιδί που έχει τα πάντα και ζητάει ακόμα περισσότερα και δεν είναι ποτέ χαρούμενο γιατί απλά πάντα κάποιο άλλο παιδάκι θα έχει κάτι που εκείνο δεν έχει. Τυχαίνει να γνωρίζω το παιδί της, ένα αληθινά δραστήριο πλασματάκι, που όμως έχει γαλουχηθεί στο να είναι πάντα πρώτο σε ό,τι κάνει, να έχει τα πάντα, κι όταν αυτά δεν συμβαίνουν να γυρίζει ο κόσμος ανάποδα για να συμβούν, κι αυτή η αναστάτωση συχνά -σχεδόν πάντα- να συμπαρασύρει κι άλλους, τα άλλα παιδάκια, μαμάδες, μπαμπάδες, δασκάλους κλπ. Αν δεν έχει το καλύτερο κινητό είναι σε θέση να αρρωστήσει, αν δεν πάρει καλούς βαθμούς κλαίει γοερά, αν δεν πάρει μετάλλιο γίνεται χαμός κοκ. Όταν ζεις σε μια μικρή κοινωνία που όλοι μιλούν για όλους και όλα, θέλοντας και μη μαθαίνεις πράγματα ~ είναι ίσως η μόνη μάνα που βρίσκει σε όλους τους δασκάλους κουσούρια, που είναι όλοι ανίκανοι να κάνουν τη δουλειά τους σωστά, όλοι έχουν κάποιο θέμα σύμφωνα με την κρίση της, και είναι η μόνη που δεν ξέρει τι να κάνει, κανείς δεν "ξεσηκώνεται" (για τί πράγμα;), η μόνη που πασχίζει για την ανατροφή του παιδιού της, θαρρείς και οι άλλοι δεν είναι γονείς και δεν πασχίζουν, και η πρώτη που δημιουργεί σαματά αν θεωρήσει ότι αδικείται το παιδί της. Έχω ακούσει παράπονα από άλλες μαμάδες για την υπερβολική στάση της, την έπαρση και την γκρίνια της, τον κομπασμό και μια σειρά άλλα που απορρέουν από ξαφνικό πλουτισμό.
Ο δάσκαλος την συμβούλεψε να θέσει ένα όριο σε αυτά που του προσφέρει γιατί πρέπει να μάθει πως δεν μπορεί να έχει τα πάντα, ακόμα κι αν ο μπαμπάς μπορεί να του παίρνει ό,τι ζητάει. Η μαμά αντέδρασε με τη δικαιολογία ότι "σπαράζει" η καρδιά της όταν βλέπει το παιδί της να κλαίει, αλλά από την άλλη δεν θεωρεί πως είναι σωστό να έχει γενικώς κινητό, πόσο μάλλον ένα πανάκριβο και "να είναι όλη τη μέρα στο βάιμπερ(;!)" αντί να διαβάζει ή ο,τι τλπ πάντων έχει να κάνει.
Μετά από αμέτρητα "ναι, αλλά" που κάλυπταν ό,τι πήγαινα να της πω πριν καν το πω, δεν άντεξα και τη ρώτησα αν είναι πάντα τόσο αντιδραστική σε ό,τι της προτείνουν, γιατί έτσι δεν βοηθάει στη συζήτηση, και ξαφνιάστηκε… μετά από λίγο βέβαια ξαναμπήκε στο ρόλο της και δεν βγάζαμε άκρη. Της είπα πολύ ευγενικά, αν θέλει μια συμβουλή από μια μεγαλύτερή της που ναι μεν δεν έχει παιδιά αλλά έχει να κάνει με παιδιά, να φροντίσει την εσωτερική της γαλήνη και σιγουριά πρωτίστως γιατί το παιδί της καθρεφτίζει την δική της ψυχολογία. Σχεδόν σηκώθηκε από τη θέση της. "Μη μου λες τέτοια, γιατί νιώθω τύψεις ότι φταίω εγώ!" Της είπα ότι δεν χρειάζεται να νιώθει τύψεις, απλά έχει σημασία να είναι εκείνη συγκεκριμένη και να τηρεί τις δεσμεύσεις της, όχι να είναι μια από δω και μια από κει.
Και να μάθει στο παιδί της ότι δεν είναι ανάγκη να είναι πάντα πρώτο, να μπορεί να είναι και δεύτερο και τελευταίο, γιατί τώρα μπορεί να λειτουργεί σε μια μικρή κοινωνία, αλλά αύριο μεθαύριο εκ των συνθηκών θα βρεθεί σε μεγαλύτερες κοινωνίες, κι εκεί θα έχει να συγκριθεί με πολύ περισσότερα άτομα, και αν θεωρεί δεδομένο ότι είναι πάντα και σε όλα πρωτο θα γκρεμιστεί όλος του ο κόσμος, θα βρεθούν στο δρομο του πολύ πιο έξυπνοι, όμορφοι, ταλαντούχοι, κι αυτό θα το τσακίσει. Οφείλει συνεπώς σαν μαμά να μάθει στο παιδί της να είναι ευτυχισμένο και χαρούμενο με ό,τι κάνει και να μην έχει σημασία αν αυτό που κάνει είναι για δέκα ή για πέντε.
Η μαμά με κοίταξε με γουρλωμένα μάτια, ήταν κάτι που δεν είχε σκεφτεί, πιθανόν γιατί η ίδια δεν χρειάστηκε ποτέ να το ζήσει αυτό, και την είδα να κάθεται σαν σε αναμμένα κάρβουνα.
"Δεν χρειάζεται να αγχώνεσαι από τώρα, αλλά καλό είναι σιγά σιγά να το συνηθίσει."
Η κουβεντα συνεχίστηκε για αρκετή ώρα, με πολλά ακόμα "ναι μεν αλλά". Με ρώτησε τι θα έκανα εγώ στη θέση της αν το παιδί μου μου ζητούσε iphone..."δεν θα το έπαιρνες;;; θα άντεχες να το βλέπεις να σπαράζει κλεισμένο στο δωμάτιό του;;;"
Της είπα μια ιστορία από τότε που πήγαινα στο δημοτικό… τι θυμήθηκα κι εγώ... Είχα λοιπόν μια δασκάλα που, στο πλαίσιο της δικής της "αριστερής" διαπαιδαγώγησης, μπαμπάς σε εξορία, αυτή σε κομματική νεολαία ως φοιτήτρια κλπ (παρένθεση: ήταν κάποτε κακή μετάθεση να σε στείλουν δάσκαλο στο Νευροκόπι, και 99% μας έστελναν αριστερούς δασκάλους, μεγάλωσα λοιπόν κάτω από τη σκέπη της "αριστεράς και της προόδου", κάτι που αν τελικά μου πρόσφερε κάτι είναι η αγάπη μου στα βιβλία και στο διάβασμα... γιατί στην πορεία, στις πορείες γενικώς, είδα ότι η ταξική πάλη είναι άλλη μια τσίχλα που μασάνε κάποιοι όπως οι ινδοί μασάνε τσοκ κι οι μόνοι κερδισμένοι είναι τελικά οι τσιχλοβιομηχανίες, κλέινει η παρένθεση...). Mας έλεγε λοιπόν η δασκάλα για ένα μαθητή της, σε κάποιο άλλο σχολείο κάπου κάποτε, που πήγαινε στο διάλειμμα στο καλαθάκι της τάξης και μάζευε τα πλαστικά από το σαλάμι, εκείνο που έχει γύρω γύρω σαν προστατευτικό κάλυμμα, που τα πετούσαν οι "πλούσιοι" μαθητές και έτρωγε ό,τι έμενε κολλημένο πάνω στο πλαστικό, για να πάρει λίγη γεύση από κάτι που οι γονείς του δεν μπορούσαν να του αγοράσουν, την ίδια στιγμή που τα "πλουσιόπαιδα" πετούσαν καμιά φορά όλη τη φέτα γιατί το βαρέθηκαν. Η ιστορία αυτή έμεινε τόσο ανεξίτηλα χαραγμένη στη μνήμη μου, που πέρα από το ότι τη θυμάμαι ακόμα, θυμάμαι ακόμα και τον τόνο της φωνής της, το ψυχοπλάκωμα που ένιωσα, θυμάμαι ακόμα και τη μυρωδιά από το δικό μου σάντουιτς που δεν είχα πια όρεξη να ακουμπήσω... δεν θυμάμαι αν έκλαψα, πιθανόν ναι γιατί ήμουν ανέκαθεν ευσυγκίνητο παιδί... και δεν θυμάμαι πότε ξανάεφαγα σαλάμι, πέρασε πολύ καιρός πάντως, και η μητέρα μου δεν έμαθε και ποτέ τον λόγο.
Η μαμά, ακούγοντας την ιστορία μου, στο πλαίσιο του χριστιανικού της ήθους δεν έχασε την ευκαιρία να μου πεί πόσο δίκιο είχε η δασκάλα με το μν που πέρασε τότε, αυτό όμως δεν βρήκε σύμφωνους ούτε εμένα ούτε τον δάσκαλο, γιατί έχει σημασία τι μηνύματα περνάς σε ένα παιδί και ο τρόπος που το κάνεις, και οι ταξικές διαφορές είναι μέσα στη ζωή, δεν είμαστε εμείς που θα τις απαλείψουμε αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να νιώθει τύψεις ένα παιδί επειδή οι γονείς του είναι ευκατάστατοι, που εντέλει δουλεύουν, δεν τα κλέβουν, σημασία έχει το παιδί να μην έχει έπαρση, να μην κάνει διακρίσεις... κι εντέλει αν την ενδιαφέρει τόσο πολύ η ταξική ισότητα, μάλλον θα πρέπει να μην πάρει το σούπερ ντούπερ κινητό στο παιδί της και να του μάθει ότι υπάρχουν παιδάκια που δεν έχουν ούτε ντουντούκα.
"Όχι λοιπόν, δεν θα του έπαιρνα κινητό ακόμα κι αν χτυπιόταν!" της απάντησα. "Δεν θα του έπαιρνα τίποτε περισσότερο από όσα είναι απαραίτητα για την ηλικία του ακόμα κι αν τα είχα για πέταμα τα λεφτά, κι ας ακούγομαι σκληρή." Έλαβα την κλασική απάντηση "δεν είσαι μάνα γι' αυτό το λες" και φυσικά απάντησα ομοίως "Επειδή ακριβώς δεν είμαι μάνα γι' αυτό είμαι και πιο ψύχραιμη … Να κοιτάς να γίνει το παιδί σου ένας ευτυχισμένος άνθρωπος κορίτσι μου, αυτό έχει σημασία. Να μην παίρνει ναρκωτικά…" Μόλις της είπα αυτό τρελάθηκε. Γιατί το λες αυτό; Ξέρεις κάτι;
"Τα ναρκωτικά δεν είναι μόνο αυτά που μας έμαθαν, χρησιμοποίησα τη λέξη ως σύμβολο, εννοώ όμως όλων των ειδών τα ναρκωτικά, από τοξικές σκέψεις, τοξικούς ανθρώπους, μέχρι τοξικές σχέσεις! Να μάθει το παιδί σου να σκέφτεται όμορφα και να πράττει όμορφα, κι αυτό θα του το μάθεις ΕΣΥ και θα του το μάθεις ΤΩΡΑ! Ώστε όταν έρθει η ώρα να είναι ένα χαρούμενο άτομο, στη ζωή του, στο γάμο του, να μην είναι δυστυχισμένο, όλα τα άλλα θα τα βρει μόνο του... αν το αφήσεις γιατί σε βλέπω πολύ γαντζωμένη πάνω του, αλλά να ξέρεις πως είτε το θέλεις είτε όχι το παιδί θα μεγαλώσει και θα φύγει, και το τι θα συναντήσει στη ζωή του ή τι θα επιλέξει όσο κι αν προσπαθείς να το ελέγξεις, ό,τι είναι να ζήσει θα το ζήσει. Στο χέρι σου είναι να του μάθεις από τώρα να επιλέγει σωστά, κι όχι με βάση το καλό-κακό, αυτόν τον ηλίθιο δυισμό που μας φοράνε από τα γεννοφάσκια μας… "Ναι αλλά υπάρχει καλό και κακό δεν μπορείς να το αρνηθείς!' σχεδόν φώναζε. (Κατά μια περίεργη σύμπτωση ακούστηκε την ίδια στιγμή το χτύπημα της καμπάνας από την εκκλησία!) Άντε τώρα να της εξηγήσεις ότι ναι σαφώς υπάρχει καλό+κακό αλλά σε φιλοσοφικό επίπεδο και είναι πολύ σχετικά και τα δυο, και δεν είναι για να μπλέκεται με αυτά.
"Δώσε βασικές γραμμές στο παιδί, και άστο να τις ακολουθήσει, μην το πνίγεις, μην το ελέγχεις συνέχεια σαν να είναι χαζό, δεν χρειάζεται." είπα και στο ίδιο πνεύμα τη συμβούλεψε και ο δάσκαλος, τα παιδιά δεν χρειάζονται να τους λες συνέχεια κάτι, το λες μια φορά και με τον σωστό τρόπο και απλά περιμένεις να το τηρήσουν. Από τη μια είχε όλη αυτήν την αγωνία που έχουν οι γονείς αν κάνουν κάτι σωστά, κι από την άλλη προσπαθούσε να αποποιηθεί την ευθύνη της λέγοντας πως το παιδί επηρρεάζεται από τα υπόλοιπα. Φυσικό είναι, όλοι βρισκόμαστε σε μια αέναη αλληλεπίδραση, δεν μπορεί να το έχει σε γυάλα, αλλά είναι δική της ευθύνη το πως θα μάθει το παιδί να διακρίνει τι θα κρατάει και τι όχι από τις επιρροές του.
Και να πάψει επιτέλους να κατηγορεί τους άλλους ότι ευθύνονται για πράγματα που ναι μεν είναι η δουλειά τους, αλλα δεδομένης της κατάστασης και της περιρέουσας ατμόσφαιρας στην Ελλάδα, μιας γενικότερης κατάθλιψης και έλλειψης κινήτρων σε όλα τα επίπεδα, είναι δική της ευθύνη, ακόμα και το αν το παιδί της θα μορφωθεί ή όχι. Τουτέστιν να κάνει ό,τι μπορεί μόνη της, και να φροντίσει αν θέλει να δει το παιδί της τις ομορφιές της Ελλάδας (από κει που ξεκίνησε η κουβεντα μας) να μην περιμένει από κανέναν δάσκαλο, γιατί καλώς ή κακώς έπεσε σε μια γενιά που κάηκε η γούνα τους από την απογοήτευση, η Ελλάδα τους πρόδωσε και κάπου είναι φυσιολογικό να μην έχουν πια κέφι να διδάξουν, ίσως σε μερικά χρόνια να αλλάξουν, μην τους κατηγορεί λοιπόν, κι αυτοί ζορίζονται πολύ όταν έχουν να κάνουν "με του καθενός τα παιδιά" που δεν είναι πάντα αγγελούδια και το ξέρει, και της πρότεινα την επόμενη φορά που θα έχουν χρόνο σαν οικογένεια να πάνε σε κάποιο αρχαιολογικό χώρο μαζί, θα είναι μια ωραία εμπειρία για όλους. Και όταν ανοίξει ο καιρός να βάλει σε ένα καλαθάκι λίγο φαγάκι, καμιά ντομάτα κανένα κεφτεδάκι και φρέσκο ψωμί και να πάνε για πικ νικ στην εξοχή, να έρθει το παιδί σε επαφή με τη φύση, γιατί παρότι είναι μέσα σε αυτήν έχει χαθεί τελείως μέσα στο αστικό τοπίο που εισπράτει από την τηλεόραση, και ίσως στο μέλλον να μην έχει την ευκαιρία να απολαμβάνει βόλτες στο βουνό και θα της λείψει.
Ξέρω ότι μερικές φορές ακούγονται εξωφρενικά ή εξωγήινα αυτά που λέω, και φροντίζω εξαρχής να ζυγίζω τον άλλο, για να δω ποιον κώδικα να χρησιμοποιήσω ώστε να συνεννοηθούμε όσο το δυνατό καλύτερα, αλλά είναι και στη διάθεση του άλλου τελικά αν θα βγει ή όχι συνεννόηση. Στην προκειμένη, βλέποντας και το βλέμμα του δάσκαλου, θαρρώ πως όσες ώρες και να συνεχιζόταν η κουβέντα μας, τα "ναι μεν αλλά" θα ήταν τόσα κι άλλα τόσα, γιατί σε μια κουβέντα σημασία δεν έχει τόσο το να μιλάς όσο το να ακούς. Και μερικές μαμάδες δεν ακούνε τίποτα και με τίποτα! Κι αυτό τις κάνει απίστευτα ανασφαλείς, νευρικές και συχνά δυστυχισμένες.
"Πάρτο αλλιώς κορίτσι μου... Χαλάρωσε κι όλα θα πάνε καλά. Και κοίτα ό,τι λες και κάνεις να είναι γεμάτα αγάπη, πάρε θετική ενέργεια άνωθεν. Μόνο αυτό, όλα τα άλλα μη σε απασχολούν" είπα και θεώρησα ότι εκεί έπρεπε να σταματήσω.
Μια μαμά που άκουγε την κουβέντα μας αναρωτήθηκε γιατί τα παιδιά δεν διδάσκονται πια στα σχολεία να αγαπούν την Ελλάδα, είναι οι δάσκαλοί τους τόσο κακοί και βαρεμένοι; Γενικά η μαμά ήταν έξω φρενών με τους τρόπους "διδασκαλίας και διαπαιδαγώγησης". Της εξήγησε ο δάσκαλος πως η διδακτική δεν είναι όπως παλιά, τότε που εμείς ήμασταν παιδιά, και υπήρχαν ακόμα δάσκαλοι οραματιστές. Σήμερα είναι καθαρά στο χέρι του δασκάλου αν θα παρεκκλίνει ή όχι από τη διδακτέα ύλη, να τους πει "παράνομα" κάτι πέρα από αυτά που πρέπει και πάντα με ρίσκο γιατί πάντα υπάρχει η πιθανότητα να βρεθεί αντιμέτωπος με διαφωνούντες γονείς που ακόμα κι αν κάνεις το καλό να σε βγάλουν σκάρτο. Της εξήγησα κι εγώ ότι ο τρόπος έχει μεγάλη σημασία γιατί μπορεί να βρεθείς υπόλογος, καθώς δεν διαθέτουν όλοι το ίδιο mentality, και η αγάπη στην πατρίδα συχνά συγχέεται με φασιστικές νοοτροπίες, συνεπώς η αγάπη αυτή όπως και η διδασκαλία της έχουν τρόπο τινά ποινικοποιηθεί. Στο πλαίσιο του γενικότερου "μπάχαλου" όπως είπε κι ο δάσκαλος, με την ίδια ευκαιρία (με τη δικαιολογία τάχα της ανεξιθρησκείας) οι θρησκείες γίνονται κάτι θολό και αόριστο, που επίσης δεν διδάσκεται σωστά, ομοίως οι πατρίδες και πάει λέγοτας.
Η μαμά φρίκαρε. "Μα πως είναι δυνατόν;;; Δηλαδή τα παιδιά μας είναι στο έλεος όλων αυτών;;;" Ξεκίνησε λοιπόν μια κουβέντα με αφορμή τους Ιερούς τόπους της Ελλάδας και η βαλίτσα πήγε μακριά... αλλά πάντα γύρω γύρω από το δικό της παιδί. Ήταν τέτοια η αγωνία της, που ο,τι και να της λέγαμε, είτε εγώ είτε ο δάσκαλος είχε ένα "αλλά" και μια ξινίλα, που σε συνδυασμό με τη νευρικότητά της, μας έβγαζε και τους δύο ελλειπείς, παρότι μας παίνευε για το πως τα βγάζουμε πέρα "με του καθενός τα παιδιά".
Παρατήρησα πως είχε μια βαθιά αντίφαση μέσα της, από τη μια χριστιανή που στεναχωριέται για τα φτωχά παιδάκια και θέλει να βοηθήσει κι από την άλλη αποπνικτική με το δικό της παιδί που έχει τα πάντα και ζητάει ακόμα περισσότερα και δεν είναι ποτέ χαρούμενο γιατί απλά πάντα κάποιο άλλο παιδάκι θα έχει κάτι που εκείνο δεν έχει. Τυχαίνει να γνωρίζω το παιδί της, ένα αληθινά δραστήριο πλασματάκι, που όμως έχει γαλουχηθεί στο να είναι πάντα πρώτο σε ό,τι κάνει, να έχει τα πάντα, κι όταν αυτά δεν συμβαίνουν να γυρίζει ο κόσμος ανάποδα για να συμβούν, κι αυτή η αναστάτωση συχνά -σχεδόν πάντα- να συμπαρασύρει κι άλλους, τα άλλα παιδάκια, μαμάδες, μπαμπάδες, δασκάλους κλπ. Αν δεν έχει το καλύτερο κινητό είναι σε θέση να αρρωστήσει, αν δεν πάρει καλούς βαθμούς κλαίει γοερά, αν δεν πάρει μετάλλιο γίνεται χαμός κοκ. Όταν ζεις σε μια μικρή κοινωνία που όλοι μιλούν για όλους και όλα, θέλοντας και μη μαθαίνεις πράγματα ~ είναι ίσως η μόνη μάνα που βρίσκει σε όλους τους δασκάλους κουσούρια, που είναι όλοι ανίκανοι να κάνουν τη δουλειά τους σωστά, όλοι έχουν κάποιο θέμα σύμφωνα με την κρίση της, και είναι η μόνη που δεν ξέρει τι να κάνει, κανείς δεν "ξεσηκώνεται" (για τί πράγμα;), η μόνη που πασχίζει για την ανατροφή του παιδιού της, θαρρείς και οι άλλοι δεν είναι γονείς και δεν πασχίζουν, και η πρώτη που δημιουργεί σαματά αν θεωρήσει ότι αδικείται το παιδί της. Έχω ακούσει παράπονα από άλλες μαμάδες για την υπερβολική στάση της, την έπαρση και την γκρίνια της, τον κομπασμό και μια σειρά άλλα που απορρέουν από ξαφνικό πλουτισμό.
Ο δάσκαλος την συμβούλεψε να θέσει ένα όριο σε αυτά που του προσφέρει γιατί πρέπει να μάθει πως δεν μπορεί να έχει τα πάντα, ακόμα κι αν ο μπαμπάς μπορεί να του παίρνει ό,τι ζητάει. Η μαμά αντέδρασε με τη δικαιολογία ότι "σπαράζει" η καρδιά της όταν βλέπει το παιδί της να κλαίει, αλλά από την άλλη δεν θεωρεί πως είναι σωστό να έχει γενικώς κινητό, πόσο μάλλον ένα πανάκριβο και "να είναι όλη τη μέρα στο βάιμπερ(;!)" αντί να διαβάζει ή ο,τι τλπ πάντων έχει να κάνει.
Μετά από αμέτρητα "ναι, αλλά" που κάλυπταν ό,τι πήγαινα να της πω πριν καν το πω, δεν άντεξα και τη ρώτησα αν είναι πάντα τόσο αντιδραστική σε ό,τι της προτείνουν, γιατί έτσι δεν βοηθάει στη συζήτηση, και ξαφνιάστηκε… μετά από λίγο βέβαια ξαναμπήκε στο ρόλο της και δεν βγάζαμε άκρη. Της είπα πολύ ευγενικά, αν θέλει μια συμβουλή από μια μεγαλύτερή της που ναι μεν δεν έχει παιδιά αλλά έχει να κάνει με παιδιά, να φροντίσει την εσωτερική της γαλήνη και σιγουριά πρωτίστως γιατί το παιδί της καθρεφτίζει την δική της ψυχολογία. Σχεδόν σηκώθηκε από τη θέση της. "Μη μου λες τέτοια, γιατί νιώθω τύψεις ότι φταίω εγώ!" Της είπα ότι δεν χρειάζεται να νιώθει τύψεις, απλά έχει σημασία να είναι εκείνη συγκεκριμένη και να τηρεί τις δεσμεύσεις της, όχι να είναι μια από δω και μια από κει.
Και να μάθει στο παιδί της ότι δεν είναι ανάγκη να είναι πάντα πρώτο, να μπορεί να είναι και δεύτερο και τελευταίο, γιατί τώρα μπορεί να λειτουργεί σε μια μικρή κοινωνία, αλλά αύριο μεθαύριο εκ των συνθηκών θα βρεθεί σε μεγαλύτερες κοινωνίες, κι εκεί θα έχει να συγκριθεί με πολύ περισσότερα άτομα, και αν θεωρεί δεδομένο ότι είναι πάντα και σε όλα πρωτο θα γκρεμιστεί όλος του ο κόσμος, θα βρεθούν στο δρομο του πολύ πιο έξυπνοι, όμορφοι, ταλαντούχοι, κι αυτό θα το τσακίσει. Οφείλει συνεπώς σαν μαμά να μάθει στο παιδί της να είναι ευτυχισμένο και χαρούμενο με ό,τι κάνει και να μην έχει σημασία αν αυτό που κάνει είναι για δέκα ή για πέντε.
Η μαμά με κοίταξε με γουρλωμένα μάτια, ήταν κάτι που δεν είχε σκεφτεί, πιθανόν γιατί η ίδια δεν χρειάστηκε ποτέ να το ζήσει αυτό, και την είδα να κάθεται σαν σε αναμμένα κάρβουνα.
"Δεν χρειάζεται να αγχώνεσαι από τώρα, αλλά καλό είναι σιγά σιγά να το συνηθίσει."
Η κουβεντα συνεχίστηκε για αρκετή ώρα, με πολλά ακόμα "ναι μεν αλλά". Με ρώτησε τι θα έκανα εγώ στη θέση της αν το παιδί μου μου ζητούσε iphone..."δεν θα το έπαιρνες;;; θα άντεχες να το βλέπεις να σπαράζει κλεισμένο στο δωμάτιό του;;;"
Της είπα μια ιστορία από τότε που πήγαινα στο δημοτικό… τι θυμήθηκα κι εγώ... Είχα λοιπόν μια δασκάλα που, στο πλαίσιο της δικής της "αριστερής" διαπαιδαγώγησης, μπαμπάς σε εξορία, αυτή σε κομματική νεολαία ως φοιτήτρια κλπ (παρένθεση: ήταν κάποτε κακή μετάθεση να σε στείλουν δάσκαλο στο Νευροκόπι, και 99% μας έστελναν αριστερούς δασκάλους, μεγάλωσα λοιπόν κάτω από τη σκέπη της "αριστεράς και της προόδου", κάτι που αν τελικά μου πρόσφερε κάτι είναι η αγάπη μου στα βιβλία και στο διάβασμα... γιατί στην πορεία, στις πορείες γενικώς, είδα ότι η ταξική πάλη είναι άλλη μια τσίχλα που μασάνε κάποιοι όπως οι ινδοί μασάνε τσοκ κι οι μόνοι κερδισμένοι είναι τελικά οι τσιχλοβιομηχανίες, κλέινει η παρένθεση...). Mας έλεγε λοιπόν η δασκάλα για ένα μαθητή της, σε κάποιο άλλο σχολείο κάπου κάποτε, που πήγαινε στο διάλειμμα στο καλαθάκι της τάξης και μάζευε τα πλαστικά από το σαλάμι, εκείνο που έχει γύρω γύρω σαν προστατευτικό κάλυμμα, που τα πετούσαν οι "πλούσιοι" μαθητές και έτρωγε ό,τι έμενε κολλημένο πάνω στο πλαστικό, για να πάρει λίγη γεύση από κάτι που οι γονείς του δεν μπορούσαν να του αγοράσουν, την ίδια στιγμή που τα "πλουσιόπαιδα" πετούσαν καμιά φορά όλη τη φέτα γιατί το βαρέθηκαν. Η ιστορία αυτή έμεινε τόσο ανεξίτηλα χαραγμένη στη μνήμη μου, που πέρα από το ότι τη θυμάμαι ακόμα, θυμάμαι ακόμα και τον τόνο της φωνής της, το ψυχοπλάκωμα που ένιωσα, θυμάμαι ακόμα και τη μυρωδιά από το δικό μου σάντουιτς που δεν είχα πια όρεξη να ακουμπήσω... δεν θυμάμαι αν έκλαψα, πιθανόν ναι γιατί ήμουν ανέκαθεν ευσυγκίνητο παιδί... και δεν θυμάμαι πότε ξανάεφαγα σαλάμι, πέρασε πολύ καιρός πάντως, και η μητέρα μου δεν έμαθε και ποτέ τον λόγο.
Η μαμά, ακούγοντας την ιστορία μου, στο πλαίσιο του χριστιανικού της ήθους δεν έχασε την ευκαιρία να μου πεί πόσο δίκιο είχε η δασκάλα με το μν που πέρασε τότε, αυτό όμως δεν βρήκε σύμφωνους ούτε εμένα ούτε τον δάσκαλο, γιατί έχει σημασία τι μηνύματα περνάς σε ένα παιδί και ο τρόπος που το κάνεις, και οι ταξικές διαφορές είναι μέσα στη ζωή, δεν είμαστε εμείς που θα τις απαλείψουμε αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να νιώθει τύψεις ένα παιδί επειδή οι γονείς του είναι ευκατάστατοι, που εντέλει δουλεύουν, δεν τα κλέβουν, σημασία έχει το παιδί να μην έχει έπαρση, να μην κάνει διακρίσεις... κι εντέλει αν την ενδιαφέρει τόσο πολύ η ταξική ισότητα, μάλλον θα πρέπει να μην πάρει το σούπερ ντούπερ κινητό στο παιδί της και να του μάθει ότι υπάρχουν παιδάκια που δεν έχουν ούτε ντουντούκα.
"Όχι λοιπόν, δεν θα του έπαιρνα κινητό ακόμα κι αν χτυπιόταν!" της απάντησα. "Δεν θα του έπαιρνα τίποτε περισσότερο από όσα είναι απαραίτητα για την ηλικία του ακόμα κι αν τα είχα για πέταμα τα λεφτά, κι ας ακούγομαι σκληρή." Έλαβα την κλασική απάντηση "δεν είσαι μάνα γι' αυτό το λες" και φυσικά απάντησα ομοίως "Επειδή ακριβώς δεν είμαι μάνα γι' αυτό είμαι και πιο ψύχραιμη … Να κοιτάς να γίνει το παιδί σου ένας ευτυχισμένος άνθρωπος κορίτσι μου, αυτό έχει σημασία. Να μην παίρνει ναρκωτικά…" Μόλις της είπα αυτό τρελάθηκε. Γιατί το λες αυτό; Ξέρεις κάτι;
"Τα ναρκωτικά δεν είναι μόνο αυτά που μας έμαθαν, χρησιμοποίησα τη λέξη ως σύμβολο, εννοώ όμως όλων των ειδών τα ναρκωτικά, από τοξικές σκέψεις, τοξικούς ανθρώπους, μέχρι τοξικές σχέσεις! Να μάθει το παιδί σου να σκέφτεται όμορφα και να πράττει όμορφα, κι αυτό θα του το μάθεις ΕΣΥ και θα του το μάθεις ΤΩΡΑ! Ώστε όταν έρθει η ώρα να είναι ένα χαρούμενο άτομο, στη ζωή του, στο γάμο του, να μην είναι δυστυχισμένο, όλα τα άλλα θα τα βρει μόνο του... αν το αφήσεις γιατί σε βλέπω πολύ γαντζωμένη πάνω του, αλλά να ξέρεις πως είτε το θέλεις είτε όχι το παιδί θα μεγαλώσει και θα φύγει, και το τι θα συναντήσει στη ζωή του ή τι θα επιλέξει όσο κι αν προσπαθείς να το ελέγξεις, ό,τι είναι να ζήσει θα το ζήσει. Στο χέρι σου είναι να του μάθεις από τώρα να επιλέγει σωστά, κι όχι με βάση το καλό-κακό, αυτόν τον ηλίθιο δυισμό που μας φοράνε από τα γεννοφάσκια μας… "Ναι αλλά υπάρχει καλό και κακό δεν μπορείς να το αρνηθείς!' σχεδόν φώναζε. (Κατά μια περίεργη σύμπτωση ακούστηκε την ίδια στιγμή το χτύπημα της καμπάνας από την εκκλησία!) Άντε τώρα να της εξηγήσεις ότι ναι σαφώς υπάρχει καλό+κακό αλλά σε φιλοσοφικό επίπεδο και είναι πολύ σχετικά και τα δυο, και δεν είναι για να μπλέκεται με αυτά.
"Δώσε βασικές γραμμές στο παιδί, και άστο να τις ακολουθήσει, μην το πνίγεις, μην το ελέγχεις συνέχεια σαν να είναι χαζό, δεν χρειάζεται." είπα και στο ίδιο πνεύμα τη συμβούλεψε και ο δάσκαλος, τα παιδιά δεν χρειάζονται να τους λες συνέχεια κάτι, το λες μια φορά και με τον σωστό τρόπο και απλά περιμένεις να το τηρήσουν. Από τη μια είχε όλη αυτήν την αγωνία που έχουν οι γονείς αν κάνουν κάτι σωστά, κι από την άλλη προσπαθούσε να αποποιηθεί την ευθύνη της λέγοντας πως το παιδί επηρρεάζεται από τα υπόλοιπα. Φυσικό είναι, όλοι βρισκόμαστε σε μια αέναη αλληλεπίδραση, δεν μπορεί να το έχει σε γυάλα, αλλά είναι δική της ευθύνη το πως θα μάθει το παιδί να διακρίνει τι θα κρατάει και τι όχι από τις επιρροές του.
Και να πάψει επιτέλους να κατηγορεί τους άλλους ότι ευθύνονται για πράγματα που ναι μεν είναι η δουλειά τους, αλλα δεδομένης της κατάστασης και της περιρέουσας ατμόσφαιρας στην Ελλάδα, μιας γενικότερης κατάθλιψης και έλλειψης κινήτρων σε όλα τα επίπεδα, είναι δική της ευθύνη, ακόμα και το αν το παιδί της θα μορφωθεί ή όχι. Τουτέστιν να κάνει ό,τι μπορεί μόνη της, και να φροντίσει αν θέλει να δει το παιδί της τις ομορφιές της Ελλάδας (από κει που ξεκίνησε η κουβεντα μας) να μην περιμένει από κανέναν δάσκαλο, γιατί καλώς ή κακώς έπεσε σε μια γενιά που κάηκε η γούνα τους από την απογοήτευση, η Ελλάδα τους πρόδωσε και κάπου είναι φυσιολογικό να μην έχουν πια κέφι να διδάξουν, ίσως σε μερικά χρόνια να αλλάξουν, μην τους κατηγορεί λοιπόν, κι αυτοί ζορίζονται πολύ όταν έχουν να κάνουν "με του καθενός τα παιδιά" που δεν είναι πάντα αγγελούδια και το ξέρει, και της πρότεινα την επόμενη φορά που θα έχουν χρόνο σαν οικογένεια να πάνε σε κάποιο αρχαιολογικό χώρο μαζί, θα είναι μια ωραία εμπειρία για όλους. Και όταν ανοίξει ο καιρός να βάλει σε ένα καλαθάκι λίγο φαγάκι, καμιά ντομάτα κανένα κεφτεδάκι και φρέσκο ψωμί και να πάνε για πικ νικ στην εξοχή, να έρθει το παιδί σε επαφή με τη φύση, γιατί παρότι είναι μέσα σε αυτήν έχει χαθεί τελείως μέσα στο αστικό τοπίο που εισπράτει από την τηλεόραση, και ίσως στο μέλλον να μην έχει την ευκαιρία να απολαμβάνει βόλτες στο βουνό και θα της λείψει.
Ξέρω ότι μερικές φορές ακούγονται εξωφρενικά ή εξωγήινα αυτά που λέω, και φροντίζω εξαρχής να ζυγίζω τον άλλο, για να δω ποιον κώδικα να χρησιμοποιήσω ώστε να συνεννοηθούμε όσο το δυνατό καλύτερα, αλλά είναι και στη διάθεση του άλλου τελικά αν θα βγει ή όχι συνεννόηση. Στην προκειμένη, βλέποντας και το βλέμμα του δάσκαλου, θαρρώ πως όσες ώρες και να συνεχιζόταν η κουβέντα μας, τα "ναι μεν αλλά" θα ήταν τόσα κι άλλα τόσα, γιατί σε μια κουβέντα σημασία δεν έχει τόσο το να μιλάς όσο το να ακούς. Και μερικές μαμάδες δεν ακούνε τίποτα και με τίποτα! Κι αυτό τις κάνει απίστευτα ανασφαλείς, νευρικές και συχνά δυστυχισμένες.
"Πάρτο αλλιώς κορίτσι μου... Χαλάρωσε κι όλα θα πάνε καλά. Και κοίτα ό,τι λες και κάνεις να είναι γεμάτα αγάπη, πάρε θετική ενέργεια άνωθεν. Μόνο αυτό, όλα τα άλλα μη σε απασχολούν" είπα και θεώρησα ότι εκεί έπρεπε να σταματήσω.
["Ο τρόπος που εξελίσσεται η ζωή είναι πρώτα είσαι, μετά κάνεις και μετά έχεις. Εσείς έχετε τον "έχω-κάνω-είμαι" τρόπο που οδηγεί σε ένα ατέλειωτο κυνήγι του έχειν. Αυτή είναι η βάση μιας ανεκπλήρωτης ζωής" όπως λέει ο Sadhguru...]