23.5.18

«Τώρα αρχίζει παππού!»

Πέρασε καιρός από την τελευταία φορά που βρέθηκα ανάμεσά τους… ξαπλωμένη στο κρεβάτι του πόνου με ένα νάρθηκα στο λαιμό και ένα κεφάλι καζάνι από τα φάρμακα... (για λόγους που μόνο Εκείνος γνωρίζει είμαι ακόμα εδώ κι αυτή τη στιγμή γράφω στο υπερπέραν)... κι αντί να κλαίω που έπαθα ό,τι έπαθα, στεναχωριόμουν που δεν θα πάω στα Αναστενάρια. Γελούσα βέβαια, γελούσα με όλη μου την ύπαρξη, που δεν τέλειωσε το "πανηγύρι" άδοξα για μένα γιατί είχα σχέδια και όνειρα… είναι όμως αξιοθαύμαστο το πως μπορεί ένα κακό συμβάν να σε αλλάξει συθέμελα.

--Τράβα λίγο την κουρτίνα σε παρακαλώ, είπα. Θυμάμαι μονάχα τη φιγούρα του ψιλοσκυφτή ξερακιανή να στέκεται πίσω από την μισόκλειστη τυρκουάζ κουρτίνα, ύστερα την κουρτίνα να ανοίγει και ύστερα να με πιάνουν τα κλάματα. Ποιος θα το πίστευε… εγώ πάντως δεν πίστευα στα μάτια μου. Στο απέναντι κρεβάτι γύρω από μια γυναίκα που δεν έβλεπα στέκονταν σαν άγιοι. Ακόμα και τώρα μετά από τόσα χρόνια το θυμάμαι και δακρύζω.
--Οι αναστενάρηδες! είπα πίσω από την ορθάνοιχτη κουρτίνα και γύρισαν όλοι μαζί και με κοίταξαν. Ο κυρ-Γιώργος πλησίασε, με κοίταξε καλά καλά, με θυμήθηκε. Ρώτησε να μάθει τι έγινε. Του είπα. Κι ύστερα μου είπε κι εκείνος. Έκλαιγα με αναφιλητά. Είναι από κείνες τις φάσεις που δεν θέλεις να θυμάσαι, αλλά τις κουβαλάς μέχρι να πεθάνεις γιατί είναι οι φάσεις που θα καθορίσουν όλη την μετέπειτα πορεία σου. Εκείνη τη στιγμή ήξερα πως τίποτα δεν είναι τυχαίο, πως αυτοί οι άνθρωποι θα παίξουν πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή μου, κι ένα σωρό σκέψεις που, από τότε μέχρι σήμερα άλλες υλοποιήθηκαν κι άλλες μπήκαν σε εφαρμογή.

Την τελευταία φορά που βρέθηκα στο κονάκι θυμάμαι πως είχα συντονιστεί απόλυτα με τον ρυθμό, σε φάση δεν ξέρω που βρισκόμουν, ήταν κάτι που δεν είχα ξανανιώσει, ένιωθα πως είναι η στιγμή μου. «Έκλαιγα συνέχεια, εκεί τότε κατάλαβα ότι ήρθε η στιγμή μου» ~ αυτή είναι μια κοινή ομολογία πολλών αναστενάρηδων. Κι εγώ έκλαιγα τότε, έκλαιγα σαν μικρό παιδί… δεν προχώρησα όμως. Ίσως δεν είχα αρκετή πίστη, ίσως δεν ήμουν σε θέση ακόμα να λάβω τη χάρη Του. Τα χρόνια πέρασαν… έχω κλάψει πολύ έκτοτε, «τα δάκρυα έρχονται για να ποτίσουν τους σπόρους των καρπών που θα λάβεις αργότερα», (πόσο δίκιο είχες Κασσάνδρα μου), έδρεψα πολλούς καρπούς από τότε είν' η αλήθεια και γέλασα με την καρδιά μου… άνθρωποι ήρθαν κι έφυγαν απ' τη ζωή μου, κάποιοι άφησαν σημάδια, κάποιοι πέρασαν σαν να μην ακούμπησαν καν, μα ετούτοι σταθερά παρόντες, κι εγώ πάλι εδώ…


Μπαίνω στο κονάκι με μια γλυκιά συγκίνηση, όπως τότε που πηγαίναμε στους παππούδες και μύριζα λαίμαργα την ατμόσφαιρα να αποτυπώσω τις μυρωδιές μέσα μου, μέχρι να ξαναπάμε, το γάλα που έβραζε η γιαγιά, τα πιροσκί, το φρεσκοκομμένο κάρδαμο, τα ρόδια, τους φρεσκοασβεστωμένους τοίχους, το θυμίαμα ~ ίσως το θυμίαμα είναι η μυρωδιά που ενώνει όλες τις αναμνήσεις κι όλα τα μέρη που έζησα τις πιο έντονες στιγμές… Όμορφα όλα και ταχτοποιημένα, ανάβω δυο κεριά και σκύβω να ασπαστώ τον "παππού", κοιτάζω τα κουδουνάκια, τα αμανέτια, χαμογελάω σαν βλαμμένο… πόσα χρόνια Θεέ μου… νιώθω ευλογία που βρίσκομαι εδώ. Κάθομαι σε μια γωνιά κι αφουγκράζομαι το χώρο και τις παρουσίες… μα πιο πολύ θέλω να αφουγκραστώ τον εαυτό μου, να δω που βρίσκομαι. Όλα διαφορετικά μα όλα ίδια. Δεν είμαι πια ο ίδιος άνθρωπος, αλλά ο πυρήνας μου είναι όπως τότε. Κι είμαι πάλι στο σπίτι μου. Ναι, είναι από κείνες τις στιγμές που νιώθω σαν να επέστρεψα σπίτι μου, μετά από χρόνια απουσίας σε ανοίκειους τόπους αφιλόξενους.

Μεσολάβησε μια ολόκληρη ζωή θαρρείς, κοσμογονικές αλλαγές, πολλές απουσίες, νέες παρουσίες… κοιταζόμαστε κι ένα αμυδρό νεύμα μαρτυρά πως αναγνωρίζουμε ο ένας τον άλλον, σαν τους Πυθαγόρειους, δεν χρειαζόμαστε συστάσεις, γνωριζόμαστε κι ας μην ξέρουμε όλων τα ονόματα, είναι ένας αόρατος κρίκος που μας ενώνει, ο "παππούς" κι η ιερή φωτιά. Οι άνθρωποί μου, η φυλή μου, η οικογένειά μου. «Όλοι αναστενάρηδες είμαστε, κι εσύ που δεν πατάς, γιατί είσαι εδώ, συμμετέχεις. Αυτός που πατάει, αυτός που φέρνει το νερό, αυτός που παίζει τη λύρα, όλοι αναστενάρηδες είμαστε…»  Ωραίο ακούγεται αλλά δεν είμαι ακόμα…

Τους κοιτώ κι έχω εκείνη την αίσθηση της ζεστής αγκαλιάς καθώς κοιταζόμαστε στα μάτια, βαθιά, όπως θα κοίταγε ο Rumi τον Shams καθώς μιλούσαν για τον Αγαπημένο. Όταν σου χαμογελούν θαρρείς αγκαλιάζουν όλο το σύμπαν. Στέκεται απέναντί μου ακίνητος, όμοια ξερακιανός, χωρίς το τσιγάρο πια. Δεν χορεύει, δεν το χρειάζεται ούτε αυτό πια, απλά μπαίνει στη φωτιά και την σβήνει. Νιώθω δέος καθώς τον κοιτώ. Δακρύζω. Σε λίγο τα δάκρυα πέφτουν σαν βροχή. Ψιλοκρύβομαι μην με δει ο Ο., αλλά στην πραγματικότητα δεν με νοιάζει. Σκουπίζω τα μάτια μου με ανακούφιση. Το νταούλι βαράει τους παλμούς της καρδιάς μου καθώς κοιτάει στο υπερπέραν κι ύστερα σε μένα που έχω γίνει ένα με αυτό.

Όλη η ομάδα σύσσωμη οργώνει το πάτωμα πριν βγει στην φωτιά. Πάνω κάτω πάνω κάτω. Ενέργεια μεγατόνων εκπέμπουν τα βλέμματά τους, απίστευτη Δύναμη, μπορούν να σε κάψουν σαν λεπτή χαρτοπετσέτα με μια ματιά. Λάμπουν ολόκληροι. Απλώνεται θαρρείς η αύρα τους σε ακτίνα χιλιομέτρων, η φωτιά τούς κάνει να φαίνονται πιο μεγάλοι. Η όψη τους πότε αυστηρή πότε απροσδιόριστα ανέκφραστη και πότε με το βλέμμα του σαλού καθώς ετοιμάζονται να ριχτούν στη φωτιά. Ο δρόμος ανοίγει… «είναι σαν να περπατάμε πάνω σε κρύο νερό»…

 
...τα κάρβουνα γίνονται στάχτη. Αυτό ήταν. Λυτρωμένοι και σιωπηλοί επιστρέφουν στο κονάκι, δίπλα τους κι εμείς… νιώθω σαν να περπάτησα στην έρημο κι ύστερα βαπτίστηκα ξανά στον Ιορδάνη ποταμό, ένα τεράστιο χαμόγελο μέσα μου ξεχειλίζει όλο αγάπη. Ένας μεγάλος κύκλος έκλεισε μέσα μου, κι άνοιξε ένας καινούριος. Ο άνθρωπος που μπήκε στο κονάκι δεν είναι ο ίδιος με αυτόν που γράφει αυτές τις γραμμές, ένα ρούχο μου παλιό ξεθωριασμένο έγινε ένα με τις φλόγες και πια δεν υπάρχει. Κι αν ακόμα ο δρόμος δεν άνοιξε για μένα, νιώθω πως το βήμα έγινε. Από την πρώτη στιγμή ένιωθα κομμάτι αυτής της αρχέγονης αλυσίδας που ταξιδεύει στο χρόνο, πλέον αυτό επισφραγίστηκε. Πόσο μεγάλη ευλογία να κάθομαι στο ίδιο τραπέζι πρώτη φορά με την οικογένειά μου, να μοιραζόμαστε το ίδιο φαγητό, να παίρνω απ' το χέρι του αρχιαναστενάρη το ίδιο ιερό ψωμί. Θεέ μου αυτοί οι άνθρωποι οι "ξένοι" μου έδωσαν να φάω, πλυθήκαμε με το ίδιο νερό στην ίδια σκάφη, με φρόντισαν, άνοιξαν την αγκαλιά και την καρδιά τους και με έβαλαν κι εμένα μέσα. Ο αρχιαναστενάρης έρχεται στο μέρος μου, σκύβει και με ρωτάει χαμηλόφωνα κάτι. Χαμογελάω όλο ανακούφιση, τον κοιτάζω, ψιθυρίζω μια λέξη, καταλαβαίνει. Πως να πεις για κάτι που δεν μπαίνει σε λόγια; 

Μια χρυσή καρδούλα ήταν δεμένη στο μαντήλι που φορούσε στο λαιμό του. Ένα χαμόγελο αρκεί για να ξαναγεννηθεί το σύμπαν μέσα μου...


Αγάπη
Πίστη
Ευγνωμοσύνη
Δύναμη.

~~~~~~~~~~~~~
Στον κυρ-Γιώργο, αυτήν την απίστευτη μορφή με το σκαμμένο πρόσωπο (συνέχεια με το τσιγάρο ανάμεσα στα δάχτυλα), στον κο Κυριάκο τον αρχιαναστενάρη (που σε διαβάζει πριν καν ανοίξεις το στόμα σου), στον κο Γιάννη (που ξεφορτώθηκε έναν ολόκληρο εαυτό), στον Βασίλη (που φρόντισε), στον "αετό" που ήρθε να με σκανάρει αν θα μπω και "πετούσε" φωνάζοντας τα δικά του («Τώρα αρχίζει παππού!»), στην κυρά Νίτσα (που μας κοιτάει από ψηλά - για κείνην είχαν έρθει στο νοσοκομείο, ευτυχώς από τότε πάτησε πολλές φορές ακόμα), στην γιαγιά αρχιαναστενάρισσα (που επίσης μας κοιτάει από ψηλά μα την θυμάμαι σαν χτες να δίνει τα αμανέτια) / και επίσης στην Έλενα και τον Ορφέα, και στον Βασίλη (που αν μου έλεγες πριν άπειρα χρόνια ότι θα συναντηθούμε στο μέλλον σε ένα διονυσιακό δρώμενο, θα γελούσε όλη η underground σκηνή της Θεσσαλονίκης). Χρόνια πολλά. Και του χρόνου με υγεία... 


18.5.18

Γούστα είπε ο πίθηκος κι έφαγε το σαπούνι


«Κλείνουμε εντελώς τη φωνή και κοιτάμε το βίντεο» όπως λέει κι ο φίλος μου ο Δ. Μια Φουρέιρα βγαλμένη από τα άδυτα της κόλασης, η καινούρια γραμματέας του Διαβόλου αυτοπροσώπως, σαγηνευτική, καυτή, όπως θα έπρεπε, άξια για να κερδίσει την πρωτιά στο φετεινό διαγωνισμό. ΟΜΩΣ λίγο η πολιτική λίγο τα μαγειρέματα, κέρδισε η μοχθηρή φακλάνα. Πείτε με κακιά, καρφί δεν μου καίγεται, κάποια στιγμή όμως να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους: αν δεν ήταν από το Ισραήλ (ήταν και αμεα;), θα παιρνε τα @@ μου. Ούτε το τραγούδι άξιζε, ούτε η εμφάνιση, από συμπεριφορά απαράδεκτη, ο φθόνος προσωποποιημένος, λογικό θα μου πεις, όταν έχεις σε απόσταση αναπνοής μια καρακουκλάρα με το σούπερ μπούτι, το σούπερ μαλλί, χειλάρες, ματάρες... Αλλά όταν έχεις από πίσω σου μια ολόκληρη βιομηχανία think tanks να σε προωθεί, ειρωνεύεσαι τις τραγουδιστικές ικανότητες της καρακουκλάρας, που δεν έχει και το ξέρει, αλλά έχει σίγουρα περισσότερες, κι έχει πλήρες το πακέτο μιας αληθινής ποπ σταρ... μιας σταρ που έχασε από την εβραία φακλάνα. Ετσι έπρεπε να γίνει προφανώς στο πλαίσιο της στήριξης/προώθησης άλλης μιας "καταπιεσμένης μειονότητας" (ποιας αυτή τη φορά; έχω χάσει λογαριασμό), όπως τις προάλλες βγήκε το κορίτσι με το μούσι… τι τραγικό Θεέ μου, που πάνε και τους βρίσκουν; μήπως παίρνουν την εκδίκησή τους για τις προγιαγιάδες τους που δούλευαν στα τσίρκα; άντε παρατήστε με, κουτσοί στραβοί όλοι στην Eurovision. Κατάντησε διαγωνισμός παρανόρμαλ.

Περί Eurovision ο λόγος… κι έχει και συνέχεια.

Κάθομαι να ακούσω στο ραδιόφωνο μια εκπομπή, όχι κάτι ιδιαίτερο, ένα αφιέρωμα στη Eurovision. Παρουσιάστρια με αρκετά συμπαθητική χροιά, φαίνεται ενθουσιώδης, δηλώνει "συγκινημένη" για την παρουσία του συμπαρουσιαστή της, αυτός είναι ο λόγος που θα ακούσω την συγκεκριμένη εκπομπή, και περιμένω από εκείνον μια ας πούμε πιο ρηξικέλευθη προσέγγιση σε τούτο τον θεσμό, που παρότι θεωρώ γλυκανάλατο από την γέννησή του, έχω παρακολουθήσει αρκετές φορές, γιατί καμιά φορά ανακαλύπτω μικρά διαμάντια.

Η εκπομπή ξεκινάει, πρόκειται να διαρκέσει ένα τρίωρο, όταν διαπιστώνω ότι η κοπέλα, εκτός από ενοχλητική προφορά του Τ, έχει εξαιρετικά φτωχό λεξιλόγιο. Στις 10 λέξεις που λέει, η 4 τουλάχιστον είναι "λοιπόν". Αυτό με χαλάει ~ δεν ξεκινήσαμε καλά γλυκιά μου… Προσπάθησα να μην δώσω σημασία, να εστιάσω στην ουσία της εκπομπής (λέμε τώρα), αλλά κάτι τέτοια, όταν με χαλάνε από την αρχή, δυσκολεύομαι να παρακολουθήσω τη συνέχεια. Όταν, δε, δήλωσε την αγάπη της για τον "Αντώνη" (βλέπε Ρέμο), τον οποίο προσωπικά θεωρώ παντελώς ατάλαντο, κατάλαβα ότι μας χωρίζει μια άβυσσος μουσικά και αναρωτιόμουν αν θα ακούσω κάτι της προκοπής ή απλά θα πετάξω το χρόνο μου. Όταν άρχισαν να πέφτουν τα κομμάτια ένιωσα πως μάλλον δεν έχω να περιμένω και πολλά. Θα είχα αλλάξει συχνότητα, αν δεν ήταν στο στούντιο ο καλεσμένος της, του οποίου την παρουσία όπως διαπίστωσα στη συνέχεια δεν εκμεταλλεύτηκε ουσιαστικά, απλά αρκέστηκε σε αβρότητες, και σχόλια τύπου "για πες", εκείνος από την πλευρά του έκανε μεν φιλότιμες προσπάθειες να δώσει ένα χαρακτήρα λίγο πιο σοβαρό στην εκπομπή, αλλά ο καταιγισμός των "λοιπόν" καπέλωσε την παρουσία του. Το δε κερασάκι ήταν όταν έπεσε για κάποια δευτερόλεπτα σιωπή, κι όταν έδωσαν σημεία ζωής άρχισαν και οι δυο να πλαταγίζουν τη γλώσσα τους, κάνοντας έναν ήχο αντιαισθητικό, όπως όταν τρως φυστικοβούτυρο και κολλάει στη γλώσσα και προσπαθείς να καταπιείς. Τι να πω, πολύ κοντά στα μικρόφωνα; πολύ σάλιο; πολύ φασαρία για το τίποτα; ποιος ξέρει, πάντως κάτι ήταν too much και το πλατς-πλατς  ακουγόταν στερεοφωνικά ενοχλητικά ~ μα κανείς δεν βρέθηκε να τους το πει;

Στο τρίωρο που ξόδεψα, έφαγα στη μάπα και τα κλαψομούνικα σέρβικα κομμάτια (ναι αυτός ο χαρακτηρισμός ταιριάζει ασυζητητί, και είναι ο ίδιος που χρησιμοποιώ κι εγώ για αυτά και τα αντίστοιχα ελληνικά "έντεχνα"), λίγο δύσκολο να γλιτώσει κανείς από δαύτα. Δυστυχώς η πλειοψηφία γνωρίζει αυτά αλλά οι μόνοι διαχρονικά αξιόλογοι εκπρόσωποι της βαλκανικής μουσικής, που έκαναν τη διαφορά στα μουσικά τεκταινόμενα των χωρών τους είναι οι Anastasia και οι Isihia. End of conversation. Δεν έχω την απαίτηση να τους γνωρίζουν πολλοί, πόσο μάλλον "ραδιοφωνικές παραγωγοί" επιπέδου Ρέμου ~ but anyway, who gives a f*ck.

Μέσα στο όλο γιουροβιζιονικό κλίμα, και τις προσωπικές επιλογές των δυο παρουσιαστών,  απουσίαζε τρανταχτά η πιο αντισυμβατική παρουσία στο θεσμό, oι Common Linnets και το Calm after the storm. Δεν περίμενα φυσικά να το βάλει κάποιος από τους δυο, γιατί προφανώς η εκπομπή βασίστηκε στα συνηθισμένα κομμάτια που μέσες-άκρες άρεσαν στη μάζα, αλλά για όποιον ακούει μουσική και γνωρίζει πέντε πράγματα παραπάνω, αυτό ήταν το πιο outsider κομμάτι που ακούστηκε ποτέ στον συγκεκριμένο διαγωνισμό. Το γκρουπ ήταν σαν να βγήκε από αμερικάνικο highway, ένα κομμάτι για ride το δειλινό πίνοντας jack daniel's απ' το μπουκάλι, ένα κομμάτι που προσωπικά αγαπώ και είναι από την πρώτη μέρα σταθερά στο playlist μου...

 
Σε φάσεις ξεχνώ ότι ήταν υποψήφιο σε έναν διαγωνισμό που κατά βάση ακούμε γλυκανάλατα τραγούδια, δήθεν επικές μπαλάντες, γκεουλίστικα χορευτικά κομμάτια που κόλλησαν στην δεκαετία του 90, και πιο σπάνια κανένα χαρωπό κομμάτι ή κάτι έξω από τα συνηθισμένα.

Το make the long story short, η ανταμοιβή μου για την τρίωρη ακρόαση ήταν, από πλευράς μουσικού παραγωγού 1) το "Hijo de la Luna", σε μια εκτέλεση εξαιρετική. Εναποθέτω την εκδοχή της  Monserrat Caballe ως την πιο αγαπημένη μου...



και 2) το S.A.G.A.P.O. του Μιχάλη Ρακιτζή, τον οποίο θεωρώ ένα πολύ χαρισματικό τραγουδοποιό, πολύ φωτεινό, μια μουσική διάνοια. Παραδόξως οι παρουσιαστές δεν σχολίασαν καν το τραγούδι μόλις ολοκληρώθηκε, ήταν και το μόνο, παρότι επιλέχθηκε από τον μουσικό παραγωγό για κάποιο λόγο υποθέτω, ποιος ξέρει... (ίσως ασχολιόταν με το φυστικοβούτυρο;)


Θυμάμαι η πλειοψηφία είχε κοροϊδέψει την συγκεκριμένη συμμετοχή της Ελλάδας, απίστευτο μπούλινγκ στον Μιχάλη, που συνεχίστηκε για χρόνια, ο δε Μιχάλης εξαφανισμένος από το μουσικό στερέωμα σαν να μην υπήρξε ποτέ... τόσα ξέρουν, το κομμάτι είναι όχι απλά χορευτικό και με ωραίο στήσιμο, είναι γαμάτο, έχει εκείνη την παιδική αθωότητα όταν ερωτευόμασταν πρώτη φορά στο σχολείο. Έτσι είναι όλα τα κομμάτια του Μιχάλη, αυτό είναι και η σφραγίδα του, πέρα από τον χαρακτηριστικό ηλεκτρονικό του ήχο, κι ακούγεται ευχάριστα και σήμερα.

Από πλευράς παρουσιάστριας 3) το Die for you των Antique***

*** Πες μου ότι φέγκριζε και το εσώρουχο της Έλενας να γελάσω, διότι δεν φορούσε καν...
(Διακρίνω μια εμμονή τελευταία;)

και φυσικά το top of the tops, 4) το "Grande Amore" των Il Volo, που για τα δικά μου αυτιά είναι μακράν ό,τι καλύτερο έχει ποτέ ακουστεί στο διαγωνισμό της Eurovision, ένα άρτιο κομμάτι μουσικά, τεχνικά, μαγικές φωνές, άψογες παρουσίες, υπέροχο video clip.

Ένα κομμάτι που πέρασε στην αιωνιότητα, στα τοπ10 πολλών ακροατών, δυνατό, from the heart, όπως πρέπει να είναι το απόλυτο ερωτικό κομμάτι, η αποθέωση της ιταλικής μπαλάντας από τρια εκπληκτικά αγόρια που βρήκαν τη μυστική συνταγή και την παίζουν στα δάχτυλα, μιας και ό,τι άλλο έχω ακούσει από τους Il Volo είναι επίσης άρτιο.

Αυτή βεβαίως ήταν η δική τους Eurovision, με τα δικά τους αγαπημένα κομμάτια, όπως είπαν παρουσιάστρια και συμπαρουσιαστής, επομένως καθόλα σεβαστές οι επιλογές, είπαμε, γούστα είναι αυτά, διότι αν ήταν οι δικές μου θα ήταν διαφορετικές, με εξαίρεση τα τέσσερα παραπάνω κομμάτια, που ήταν και η όαση στο τρίωρο, δίχως αυτά θα το χαρακτήριζα (επιεικώς) ασκόπως πεταμένο. Είναι τραγικό να έχεις δίπλα σου έναν αξιόλογο μουσικό-παραγωγό-προφέσορα και να μην ξέρεις να κάνεις την σωστή ερώτηση.

Αυτό με έκανε για ακόμα μια φορά να αναρωτηθώ αν φτάνει να αγαπάς κάτι για να καταπιάνεσαι μ' αυτό ~ για το ραδιοφωνο μιλάω~ θεωρώ πως όχι, ειδικά αν απευθύνεσαι σε κόσμο, κι όχι στο παρεάκι σου και μόνο. Το ραδιόφωνο είναι κάτι που αγαπώ σταθερά από  παιδί, με θλίβει η κατάντια του, όλοι αυτοχρίζονται μουσικοί παραγωγοί μα ελάχιστοι αξίζουν αυτόν τον τίτλο… είναι κάποια μόδα ίσως, χιπστεριά και ραδιοφωνικοί παραγωγοί… με θλίβει η ευκολία να μιλούν όλοι για όλα, δεν ξέρω αν το κάνουν από άγνοια κινδύνου ή από αφέλεια… όσο πάνε κι εξαφανίζονται οι αξιόλογες εκπομπές, που ακούς και διερύνεις τον μουσικό σου ορίζοντα, τον εσωτερικό σου εαυτό… θυμάμαι τα Διαμάντια του Σημαντήρα, τη Μέμα, τον Μπάμπη Αργυρίου, τον Σωκράτη από την Κιβωτό, τι εκπομπάρες που έκαναν κάποτε… (όχι ο Πετρίδης δεν ήταν από τους αγαπημένους μου)... τα τελευταια χρόνια ψάχνω συχνότητα να ακούσω και στα πρώτα τρια δευτερόλεπτα την αλλάζω γιατί χασμουριέμαι… γέμισαν οι συχνότητες άμουσους άτεχνους ακούλτουρους που μας πασάρουν τα ντεκαυλέ γούστα τους ή κάτι ελεεινά και τρισάθλια κομμάτια διανθισμένα από αντίστοιχα ή άλλα χαζοχαρούμενα σχόλια. Jesus τι τους ποτίζουν; Θέλει πολλά χάπια για να αντέξω τόση ηχητική σαβούρα…

Και ναι θέλει πολλά κιλά @@ για να κάνεις αξιόλογο ραδιόφωνο, όλα τα υπόλοιπα είναι μετριότητες που απευθύνονται στον μέσο όρο… που δεν ενοχλείται όπως εγώ από τη λάθος άρθρωση ή από θορύβους τη γλώσσας. Καλώς ή κακώς η προσωπική μου παραξενιά αντιμετωπίζει αισθητικά το οτιδήποτε. Πέρα από το γούστο όμως υπάρχουν και σταθερές. Ακόμα και μια χαζο-ποπ εκπομπή, μπορεί να είναι άρτια ως χαζο-ποπ, αρκεί να σέβεται τις κόκκινες γραμμές: 1) προετοιμάζουμε την εκπομπή μας ~ οι αρπακόλλες φαίνονται και προσβάλλουν τη νοημοσύνη του ακροατηρίου, 2) δεν μιλάμε ποτέ με γεμάτο στόμα, και το κυριότερο 3) δεν ξεχνάμε ποτέ να υμνούμε την ομορφιά, που με όρους Eurovision συνοψίζεται στην θεϊκή παρουσία του Sakis στο σωστό τραγούδι:
Fly me to the top baby...


Και ένα παραμυθένιο κομμάτι που πολύ αγαπώ, ως το πλησιέστερο στον κόσμο μου... 

Αφιερωμένο σε μια "αυθεντία" που δίχως να το καταλάβει ανέβασε με την συμμετοχή του μια ανούσια εκπομπή αλλά χαμήλωσε τον προσωπικό του πήχυ κι αναρωτιέμαι γιατί. Όταν έχεις χτίσει ένα όνομα με τόσο κόπο, καλύτερα να λάμπεις δια της απουσίας σου παρά να κάνεις ψυχικά.

9.5.18

Η ζωή αρχίζει εκεί που τελειώνει ο φόβος

"Life starts where fear ends" είχε πει κάποτε ο Δάσκαλος Όσσo... (γι' αυτό και δεν είναι μαζί μας σήμερα)...

Ολοένα και περισσότερο συναντώ γύρω μου ανθρώπους που αναβάλλουν. Αναβάλλουν να μιλήσουν, να κάνουν, να νιώσουν, να χαρούν, κι εντέλει να ζήσουν. Λίγο η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, λίγο τα προσωπικά θέματα που ο καθένας μας κουβαλά, η καθημερινότητα μοιάζει να καλύπτεται από γκρίζα σύννεφα και η επαφή με τους ανθρώπους σχεδόν βαμπιρική εμπειρία. Τους πλησιάζεις με αγάπη και σε αδειάζουν. Μην έχοντας να σου δώσουν τίποτα πέρα από την θλίψη τους αρκούνται στο να πάρουν. Ελάχιστοι εκτιμούν αυτό που λαμβάνουν, ελάχιστοι νιώθουν ευγνωμοσύνη, ελάχιστοι ξυπνούν με χαμόγελο, κι ακόμα πιο ελάχιστοι προσπαθούν να μετουσιώσουν κάθε πρωί τον πόνο τους σε κάτι ουσιαστικότερο από "σκαλώματα" και αρνήσεις. Άνθρωποι βαθιά φοβισμένοι, που θέλουν να αγαπήσουν και να αγαπηθούν αλλά έχουν χάσει το δρόμο, δεν ξέρουν τον τρόπο, περιχαρακωμένοι σε περηφάνειες κι άμυνες, με την ψευδαίσθηση ότι είναι προστατευμένοι πίσω από ξερή απάθεια και απραξία.

Τους χαμογελάς και νομίζουν ότι κάτι θέλεις να πάρεις από κείνους, τους μιλάς όμορφα και ψάχνουν να βρουν την ατέλεια στο λόγο σου, τους αγκαλιάζεις και σπαρταράνε σαν ψάρια έξω από το νερό, θαρρείς ποτέ κανείς δεν τους αγκάλιασε από τότε που γεννήθηκαν. Νιώθω μια βαθιά συγκίνηση για αυτούς τους ανθρώπους γιατί καταλαβαίνω πόσο πολύ κοπιάζουν να μένουν αμέτοχοι στην ίδια τη ζωή, και πόσο υποφέρουν όταν βλέπουν τη ζωή να τους προσπερνά. Βρέθηκα κι εγώ σε αυτήν τη θέση. Ωστόσο ποτέ μα ΠΟΤΕ δεν έσπρωξα άνθρωπο πίσω, ποτέ δεν αρνήθηκα μια ζεστή αγκαλιά, κι ας έχω πάρει άπειρες, κι από τους γονείς μου κι από τους ανθρώπους που με αγάπησαν μέχρις εδώ. Αν κάποιες φορές έκανα κάποιον πέρα ήταν γιατί οι πληγές ήταν πολλές και πονούσα πάρα πολύ για να αντέξω δυο χέρια πάνω μου.

Αν μoνάχα μπορούσαμε να δούμε κάθε στιγμή πόσο γρήγορα τελειώνει η άμμος στην κλεψύδρα θα φρικάραμε με όλες τις αναβολές μας, με όλα εκείνα που δεν είπαμε, δεν κάναμε, δεν επιτρέψαμε στους εαυτούς μας να νιώσουν, να ζήσουν. Ο χρόνος είναι το πολυτιμότερο αγαθό που μας δίνεται σε τούτο το πέρασμα που λέγεται ζωή. Είναι κάτι που επενδύεις είτε στον εαυτό σου είτε στους άλλους και ποτέ δεν σου επιστρέφεται. Χρειάζεται σύνεση αλλά όχι τσιγγουνιά. Ο φόβος να επενδύσουμε χρόνο στους εαυτούς μας και στους άλλους είναι το ίδιο πρόβλημα με το να τον σπαταλήσουμε άσκοπα σε πράγματα και ανθρώπους που δεν το αξίζουν. Η διαφορά είναι ότι στην δεύτερη περίπτωση ξέρουμε ότι τουλάχιστον το δοκιμάσαμε κι απλά δεν μας βγήκε, στην πρώτη όμως θα μας βασανίζει κρυφά και υπόγεια η ερώτηση "πως θα ήταν αν" κάναμε όσα δεν κάναμε, κι αυτό είναι μεγαλύτερο μαρτύριο από τον ίδιο τον φόβο.

Ο φόβος είναι μια ψευδαίσθηση του μυαλού που μεταπηδά είτε στο παρελθόν είτε στο μέλλον. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει. Το μόνο που υπάρχει είναι το ΕΔΩ+ΤΩΡΑ που ουσιαστικά είναι άχρονα, ή έτσι τουλάχιστον πρέπει να είναι. Όπως άχρονη είναι και η αγάπη. Όταν το κίνητρο για δράση βασίζεται στην αγάπη,  όταν ΕΙΝΑΙ η αγάπη, τότε ο φόβος αργά ή γρήγορα εξανεμίζεται.

Μου είχε πει κάποτε ο δάσκαλός μου ο Αλέξανδρος ότι [ο έρωτας είναι σωσίβιο για τον άνθρωπο, κι ευτυχώς έχουμε κι αυτό το "τυράκι" που αλλάζει την χημική σύσταση του εγκεφάλου και δίνει την ορμή που μας λείπει για να περάσουμε τα εμπόδια (και στο βάθος βάθος να εκπληρώσουμε τον προορισμό μας) που μέχρι χτες φάνταζαν τρομακτικά.] Αν κάποιος προσπερνάει αυτές τις ευκαιρίες στη ζωή του, δεν θα μπορέσει ποτέ να καβαλήσει το κύμα και να κάνει μεγάλα πράγματα, μια ζωή θα είναι κλεισμένος σε ένα στενό ρούχο, σε ένα ανήλιαγο υπόγειο, σε μια ζωή χωρίς κελαρυστό γέλιο, σαν ζωντανός νεκρός που απλά περιμένει να περάσει ο καιρός για να περάσει κι εκείνος απέναντι.

Είναι κάτι στιγμές στη ζωή μας που εμφανίζονται άνθρωποι κυριολεκτικά από το πουθενά ~ εγώ τους λέω αγγέλους~ κι έρχονται για να μας πάρουν από το χέρι να μας πάνε ένα βήμα πιο κάτω. Τόσο θέλει για να προχωρήσουμε. Όλη η ιστορία του φόβου έιναι το γαμημένο πρώτο βήμα. Αν έχεις ποτέ βρεθεί στην άκρη μια γέφυρας με τα πόδια σου να τρέμουν και να μην ξέρεις πως θα φτάσεις στην άλλη άκρη, με τους φίλους σου να σε κοιτούν και να φωνάζουν "άντε τι κάνεις!;;;", να μουδιάζεις και να νομίζεις θα σωριαστείς κάτω και θα γίνεις θρίψαλα, τότε θα ξέρεις πώς είναι όταν έχεις φτάσει στην άλλη άκρη και κοιτάς πίσω. Αν έχεις ποτέ νιώσει να σου κόβονται τα γόνατα στην ιδέα ότι θα μιλήσεις σε κάποιον και θα -θα - θα και στο τέλος όλα τα "θα" αποδείχτηκαν ανυπόστατα, τότε θα ξέρεις πως είναι να χαλαρώνεις πίσω και να λες αυτό που νιώθεις.

"Η ζωή είναι ένα τεράστιο κοσμικό αστείο" είπε ο Δάσκαλος Όσσο, και προσπαθώ να το υπενθυμίζω κάθε μέρα στον εαυτό μου, να μου χαμογελάω το πρωί ακόμα κι όταν τα χείλη μου είναι σαν μια ανέκφραστη γραμμή. Κι ακόμα κι όταν οι προσδοκίες μου μένουν μετέωρες ή χτυπάνε σε τοίχο, αρνούμαι να μπω στο τριπάκι του πόνου, αρνούμαι να παίξω το παιχνίδι των βαμπίρ, αρνούμαι να ταϊσω την παγκόσμια κατάθλιψη, το μαύρο τέρας που ολοένα μεγαλώνει και παρασύρρει στο διάβα του φίλους μου ανθρώπους που αγαπάω και θέλω στη ζωή μου χαρούμενους κι ευτυχισμένους. Αρνούμαι να γίνω άλλο ένα κομμάτι κρέας που θα θυσιαστεί για το Σκοτάδι, διότι αυτό είναι ο φόβος, το κερί που δεν έχουμε τη νύχτα, τα παπούτσια που ξεχάσαμε στην ακτή και τα πήρε το κύμα. Αλλά κανείς και τίποτα δεν είναι αρκετά για να εμποδίσει την ύπαρξη όταν αυτή θέλει να ξετυλιχτεί, ούτε καν οι ορμόνες που ορίζουν όλο το εσωτερικό μας σύμπαν. Είμαστε ένας εξαιρετικά ευφυής μηχανισμός για να μπορεί να μας ορίσει ο φόβος. Μόνο εξωτερικοί παράγοντες ουσιαστικά μπορούν να σαμποτάρουν την εξέλιξή μας, γιατί όλα τα υπόλοιπα που ξεκινούν από εμάς παλεύονται, κι ακόμα και οι πιο σοβαρές ασθένειες μπορούν να γίνουν η πλατφόρμα για τα συνειδησιακά μας κβαντικά άλματα. Ναι ξέρω, όλα αυτά ακούγονται πολύ εξωγήινα για κάποιον που υποφέρει, αλλά αν κάτι έμαθα στη ζωή μου τόσα χρόνια είναι πως μπροστά στην πραγματική απειλή της ζωής όλοι στέκονται σούζα και μόνο αν αληθινά κινδυνέψεις να πεθάνεις ξεκινάς να ζεις, γιατί έρχεσαι πρόσωπο με πρόσωπο με το Τέλος, και δεν είναι και τόσο ευχάριστη η αίσθηση ότι το ταξίδι τελειώνει κι εσύ δεν πρόλαβες μια σειρά πραγμάτων.

Αν ποτέ κάποιος σου πει πως δεν μπορεί να κάνει αυτό ή εκείνο μην τον πιστέψεις, είναι που δεν προσπάθησε αρκετά. Οι πιο πολλοί άνθρωποι βολεύονται στη συνήθεια, ακόμα κι αν η συνήθεια είναι οδυνηρή. Πας να τινάξεις την σκόνη από πάνω τους και σε μαλώνουν "άσε κάτω την σκόνη μου!" ενώ πριν λίγο εύχονταν μέσα τους να είσαι εσύ που θα απλώσεις τα χέρια να κάνεις την πρώτη δαχτυλιά που θα δείξει πόση σκόνη συσσυρωρεύτηκε πάνω τους. Συμπεριφορές απρόβλεπτες, αποκαρδιωτικές, στενάχωρες, που σε κάνουν να αναρωτιέσαι πού ακριβώς χάθηκε η μπάλα και το παιχνίδι διεκόπη.

"Σ' αγαπάω αλλά..."
"Προσπάθησα αλλά..."
"Είναι ωραία αλλά..."
(Από παιδί έχω μια αλλεργία στο αλλά ~ είναι ύπουλο και ακυρωτικό.)
"Θέλω αλλά δεν μπορώ..."
Θέλω να σε φιλήσω αλλά δεν βρίσκω το μάγουλό σου....

Αν ποτέ κάποιος σου μιλήσει για τη ζωή και φέρεται σαν πεθαμένος, στήσ'τον στον τοίχο και ζήτα του να σου πει ποια είναι η τελευταία του επιθυμία βάζοντας το δάχτυλό σου στον κρόταφό του, θα φρικάρει, γιατί ακόμα κι έτσι εικονικά κανείς δεν αντέχει να φύγει από τον μάταιο τούτο κόσμο, ακόμα κι αν η ζωή του είναι αργός θάνατος και δεν κάνει τίποτα να βγει από το βάραθρο, απλά μένει εκεί να κλαίγεται πως οι "συνθήκες" δεν του επιτρέπουν κάτι πιο όμορφο. Δεν το χωράει ο νους μου ότι μένει κάποιος σε κάτι λιγότερο από αυτό που μπορεί κι εντέλει αξίζει. Μπορώ να δικαιολογήσω μια περίοδο ανημπόριας κι απραξίας, που όλοι δικαιούμαστε όταν η ψυχή ή το σώμα μας έχει καταπονηθεί και χρειάζεται να θεραπεύσουμε πράγματα μέσα μας. Αυτή η περίοδος όμως δεν μπορεί να κρατάει μια ζωή. Όταν συμβαίνει αυτό, τότε κάτι δεν πάει καλά. Πίσω από κάθε αναβλητικότητα, πίσω από κάθε φρενάρισμα, κρύβεται κι ένας φόβος, έχει πολλές μορφές, πολλά επίπεδα, πολλά στάδια, και τρυπώνει μέσα μας σε ανύποπτο χρόνο. Ο φόβος της απόρριψης, της αποτυχίας, που όλοι οδηγούν στον ένα και τρανό φόβο του θανάτου. Πιο συχνά εμφανίζεται όταν πας να ανοίξεις τα φτερά σου. Κάτι, κάποιος, κάπως θα σε αποτρέψει, με φράσεις κλειδιά που παίζουν με το μυαλό σου και μπλοκάρουν τη δράση σου. Είναι αληθινά τρομακτικό να βλέπεις έναν άνθρωπο με όρεξη για ζωή να γυρνά λίγο πριν κάνει το βήμα. Όπως ο πιανίστας 1900 στην γνωστή ταινία που στέκεται μουδιασμένος στη σκάλα και μόλις πάει να βγει στην ξηρά, επιστρέφει στο καράβι, πιστεύοντας ότι έτσι μένει πιστός στο είναι του που είναι ουσιαστικά η ανυπαρξία ~ ένας θεατής της ζωής των άλλων που απλά κάνει τέχνη όσα δεν μπορεί ο ίδιος να γευτεί.

Αν πω "ξύπνα!" θα ακουστεί κλισέ. Μα είναι η πρώτη λέξη που λέω το πρωί στον εαυτό μου. You Only Live Once. Κι αυτό δεν τον λέω σαν άλλη μια χιπστεράδικη παπαριά που λένε τα πλουσιόπαιδα για να κάνουν την επανάσταση στις καταθλιπτικές ζωές τους, το λέω γιατί αυτή είναι η στεγνή πραγματικότητα. Δεν λέω ότι δεν φοβάμαι, όχι. Αν υπάρχει κάποιος που φοβάται είμαι σίγουρα και εγώ. Αλλά προσπαθώ. Να προχωράω όταν τα πόδια μου τρέμουν, να μιλάω όταν ο κόμπος στο λαιμό μου μεγαλώνει, να ρισκάρω, να κάνω λάθη, να επιθυμώ, να πέφτω στη φωτιά και να καίγομαι. Και όσες φορές κι αν έπεσα έξω ή πόνεσα ή κλείδωσα, δεν πρόκειται ποτέ να σταματήσω να προσπαθώ. Και κάθε φορά μέσα από νέο restart. Πόσες επανεκκινήσεις έχω κάνει  το ξέρω μόνο εγώ. Και θα συνεχίσω κι άλλες τόσες κι όσες φορές χρειαστεί μέχρι να φύγω από αυτόν τον πλανήτη. Το θεωρώ βλασφήμια για την ίδια την ύπαρξη να είμαι ανθρωπάκι ενώ κουβαλάω μέσα μου θεό. Κι ακόμα κι αν δεν καταφέρω να σταθώ όπως ονειρεύτηκα, τουλάχιστον θα ξέρω ότι προσπάθησα, ότι πάλεψα με τους φόβους μου, κι ας κατάφερα έστω το ήμισυ, μου φτάνει. Ο φόβοι ποτέ δεν τελειώνουν, είναι σαν την Λερναία Ύδρα, κόβεις ένα κεφάλι φυτρώνουν δέκα. Αλλά συνεχίζεις. Never give in, never give up.

Διότι μια φορά θα σταθείς απέναντι στο πεπρωμένο σου, μια φορά ανοίγει η χαραμάδα για να δεις το Νόημα, μια φορά θα βρεθείς αγκαλιά με το απόλυτο ταίρι σου, μια φορά θα γαληνέψει η ψυχή στο βάθος της ύπαρξής σου, μια φορά θα δεις το δρόμο που πρέπει να πάρεις αληθινά για να βγεις στο ξέφωτο. Όλα τα υπόλοιπα είναι ψευδαισθήσεις και τρικ που σκαρφίζεται ο νους που απλώς δικαιολογούν την αδυναμία σου να κλωτσήσεις τον κουβά με τα λασπόνερα, να σταθείς όρθιος καζαντζακικός κάτω από τον Ανίκητο Ήλιο και τον Έναστρο Ουρανό και να φωνάξεις την αλήθεια σου.

You Only Live Once. Μην το εξευτελίζεις, μην το κάνεις μελόδραμα. Κάνε ό,τι έχεις να κάνεις ΤΩΡΑ και κάντο σωστά. Είναι τόσο απλό. Τόσο γαμημένα απλό. Απλά ζήσε. Ζήσε όμορφα. Αφέσου στη ροή με εμπιστοσύνη και αγάπη. Χωρίς σκέψεις, χωρίς προβολές, χωρίς γκρίνια, χωρίς μιζέριες, χωρίς ηττοπάθειες. Χαμογέλα και ζήσε. Χαμογέλα με την καρδιά σου. Όχι στο φαίνεσθαι, αλλά αληθινά με την καρδιά σου. Κάνε την έκπληξη στον εαυτό σου, μην τον αφήνεις σε ησυχία. Η μεγαλύτερη τέχνη είναι η τέχνη του να ζεις. Τίποτε δεν κερδίζεται μέσα από την παραίτηση και την απραξία. Κάθε νίκη είναι πολλές μάχες που χάθηκαν. Πολέμα. Ζήσε.

(Γιατί ο χρόνος τρέχει… και δυστυχώς ολοένα πιο γρήγορα. Κι αυτό δεν είναι προσωπική διαπίστωση.)

Κανένας κύκλος δεν τετραγωνίζεται, μόνο κόβεται.


“Find out what you're afraid of and go live there.”
~Chuck Palahniuk~

8.5.18

Wales means home...

I am half sick of shadows, said the Lady of Shallot... Μια εικόνα μπορεί να σε πάει τόσο μακριά, τόσο πίσω στο χρόνο. Μυρωδιές, αισθήσεις, σκέψεις, όλα ξυπνούν... ένα ενεργειακό ταξίδι είναι η εμπειρία της τέχνης, που υπερβαίνει την ~απλά+μόνο~ θέασή της...

 “‘I am half sick of shadows,’ said the Lady of Shallot”: 
Alfred, Lord Tennyson, The Lady of Shalott, Part II, 1915. 
Painting by John William Waterhouse

Καθόμουν στο ημίφως κι έπινα το τσάι μου κοιτώντας την κοιλάδα να απλώνεται έξω από το παράθυρο ~ εκεί στην ίδια θέση που κάποτε καθόταν ο Alfred Lord Tennyson. Δέος και συγκίνηση. Η θέα της Lady of Shallot, στον σκοτεινό διάδρομο που μύριζε μπύρα και κονιάκ, μου έφερε δάκρυα στα μάτια. Οι τοίχοι θαρρείς ψιθύριζαν το παρελθόν τους, ιστορίες που μπερδεύονταν με τα γέλια των θαμώνων, τη μουσική και τα ποτήρια που χτυπούσαν. Μια χρονομηχανή το HanburyArms. Ένας τόπος μαγικός στον οποίο συχνά επιστρέφω...

Wales ~ my place to live...


3.5.18

Take me somewhere nice...

... κάπου ψηλά για να βλέπω την μεγάλη εικόνα της πόλης που ματαίωσε τα όνειρά μου... με "chauffeur" τον Pierre Schaeffer, ώρα x-ψ-z...


The man I love... 
είναι κείνος που χαράζει τη διαδρομή που θέλω 
πριν την σκεφτώ
βάζει το ραδιόφωνο να παίζει
κι η σιωπή μου νανουρίζεται 
από μουσικές που αγαπάμε και οι δυό
μιλάμε με τα δάχτυλα 
καθώς οι λέξεις καταρρέουν...

Ο άντρας που αγαπώ 

μ' αγγίζει βαθιά δίχως να μ' ακουμπάει
κι όταν μ' ακουμπάει θέλω μονάχα να χαθώ στο άπειρο
δυναμώνει την ένταση με τα μαγικά του χέρια
και νιώθω την καρδιά μου να χτυπάει πιο δυνατά
σαν να τον ερωτεύομαι για πρώτη φορά...

Ο άντρας που αγαπώ 

οδηγεί δίχως να με κοιτάζει 
μα νιώθω τα μάτια του επάνω μου 
κοφτερά σαν σπαθιά
ιδέα μου είναι, λέω 
και στρέφω το βλέμμα μου έξω από το παράθυρο 
να χαθεί με τον αέρα της νύχτας  
που μου παίρνει τα μαλλιά και τα δάκρυα...

Ο άντρας που αγαπώ 
σφίγγει το χέρι μου κι ύστερα το αφήνει αμήχανα
καθώς διασχίζουμε την παραλιακή 
και κρέμεται το φεγγάρι πάνω μας (μωρό μου κοίτα!)
και πάει πιο πέρα και πιο πέρα 
σε ένα night ride ονειρικό όπως στο σινεμά
γιατί κανείς από τους δυο 
δεν θέλει να πάει σπίτι απόψε...

Ο άντρας που αγαπώ 
μυρίζει τσάι, σανδαλόξυλο, βουνό και μπισκότα
έχει γεύση Halls τσέρυ, ζεστά χείλη, 
απαλά χέρια που σκληραίνουν όταν θυμώνει
μια αγκαλιά τεράστια και ζεστή 
σαν σπηλιά στο καταχείμωνο
και σφιχτή σαν τανάλια 
κάθε που θέλω να δραπετεύσω από τον εαυτό μου...

Πώς να αγκαλιάσεις ένα πληγωμένο αγρίμι
δίχως να το πονέσεις; 

Πως να πεις σε κάποιον ότι τον αγαπάς
δίχως να τον τρομάξεις
δίχως να κινδυνεύσεις να τον χάσεις για πάντα;

Σ αγαπώ σημαίνει είμαι χαμένος όπως εσύ.   ...

Μου λείπεις σημαίνει είσαι ο αγαπημένος μου άνθρωπος.
λέει ο Chaosopher...

Έκανα ο,τι μπόρεσα 
να κρυφτώ πίσω απ' το δάχτυλό μου
του είπα πόσο τον μισώ
όπως στις σαπουνόπερες 
κι ύστερα χάραξα πάνω του γραμμές
να τον σφραγίσω για πάντα δικό μου
αυτό το για πάντα που πάντα με τρόμαζε... 

Ήθελα να του πω πόσο μου λείπει
μα είπα μια χαζομάρα...
Και μένα μου λείπεις ήδη, είπε
κι ένιωσα να με λούζει εκείνο το βαθύ μπλε φως
που έβλεπα κάθε φορά που με φιλούσε
και κουλουριαζόμουν δίπλα του κάτω από τα σκεπάσματα...

Πως να πεις σε κάποιον ότι τον αγαπάς;

Take me... take me somewhere nice...



~~~~~~~~~~~~~~~~~
"δεν είναι για σένα"
[για τον Ν. Β.]